ΑΓΟΡΕΣ

Αρχική ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΑΓΟΡΕΣ

Bremain ή Brexit

Η μεγάλη μάχη ανάμεσα στο πολιτικό κατεστημένο Βρετανικό, Ευρωπαϊκό, διεθνές και στις νέες λαϊκιστικές δυνάμεις βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Στη μέση, η κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών στην πολιτική. Το 2017 η χρονιά που σηματοδοτεί την κόλαση της πολιτικής μοιάζει να βιάζεται.

Ένα τρίτο κόμμα ξεπετάγεται παντού σε Ευρώπη και Αμερική. Το φαινόμενο Τράμπ αλλά και το φαινόμενο Σάντερς στον αντίποδα, έδωσαν σαφή δείγματα της κρίσης εμπιστοσύνης των πολιτών ενάντια στο πολιτικό κατεστημένο. Οι εκλογές στην Αυστρία έδωσαν το 50% στους ακροδεξιούς, οι εκλογές στην Ισπανία, στην σκιά του Brexit δημοψηφίσματος, ανατρέπουν το πολιτικό σκηνικό σε όφελος της λαϊκιστικής αριστεράς. Οι επερχόμενες το φθινόπωρο εκλογές στη Γαλλία δίνουν ώθηση στην λαϊκιστική ακροδεξιά Λεπέν. Οι εκλογές στη Γερμανία το 2017 θα σφραγιστούν από μεγάλες ανατροπές.

Μια άλλη έρευνα του Κέντρου Ερευνών Pew, που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, δείχνει ότι μόλις το 38% των Γάλλων έχει θετική άποψη για την Ε.Ε., όταν ακόμη και οι Βρετανοί έχουν μεγαλύτερη πίστη (44%). Ισπανοί (47% από 63% στην προηγούμενη δημοσκόπηση) και Γερμανοί (50% από 58%) είναι μάλλον μοιρασμένοι, ενώ οι πιο ένθερμοι είναι οι νεοφώτιστοι (η κατά Ράμσφελντ «Νέα Ευρώπη») Πολωνοί (72%) και Ούγγροι (61%), αλλά αμφότεροι έχουν τις πλέον εχθρικές προς την Ε.Ε. κυβερνήσεις.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι σε πλήρη εξέλιξη η σύγκρουση της πολιτικής αποσύνθεσης που θα σημαδέψει τον αιώνα μας. Τo «Bremain» παίζει κυρίως το χαρτί της οικονομίας και το «Brexit» του μεταναστευτικού και της ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας.

Ό,τι κι αν συμβεί, η ατζέντα στην Ευρώπη έχει καθοριστεί. Κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό κατεστημένο. Κρίση που αγκαλιάζει τις ΗΠΑ. Μια επανάληψη του πρώτου ήμισυ του 20ου αιώνα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.

Η ΕΚΤ ΑΡΧΙΣΕ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΤΑΙΡΙΚΩΝ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) άρχισε να αγοράζει εταιρικά ομόλογα στις 8 Ιουνίου Αυτό θα διευρύνει την ποσοτική χαλάρωση με την επέκταση σε μια νέα κατηγορία περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο μιας δραματικής μάχης κατά του αποπληθωρισμού. Η συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Βιέννης διατήρησε το επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο μηδέν και το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων σε -0.4 τοις εκατό ως συστατικό της αγοράς τίτλων ύψους 80 δισ ευρώ το μήνα.

Αυτό το είδος των κινήτρων είναι, τουλάχιστον, πολύ καλύτερο από την αγορά δημόσιου χρέους. Οι κυβερνήσεις δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας που συμβάλλουν πραγματικά στην οικονομική ανάπτυξη γιατί η κυβέρνηση δεν παράγει τίποτα.

Η ΕΚΤ είναι απελπιστικά μόνη επειδή δεν ελέγχει τη δημοσιονομική πλευρά του ισολογισμού και μόνη αγωνίζεται ενάντια σε μια επερχόμενη θύελλα αποπληθωρισμού,. Έχουμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μια αντιπαραγωγική λογική, να προσπαθεί να αυξήσει τους φόρους σε κάθε συστατικό της οικονομίας και να δημιουργεί ένα υπερβολικά ρυθμιζόμενο και ελεγχόμενο σύστημα που αποτρέπει την επέκταση των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων.

Η επιφανειακή άποψη ότι αυτό θα τονώσει την οικονομία είναι πρόσκαιρη, καθώς πράγματι οι άνθρωποι άγονται στο εμπόριο από τον θόρυβο της αγοράς που ορίζεται από την αντίσταση και την υποστήριξη. Ωστόσο, σε μακροπρόθεσμη προοπτική αυτή η τάση αντιστρέφεται.

Θανατηφόρα ένεση στο Ευρώ

Τον τελευταίο χρόνο αναφερθήκαμε σε αβεβαιότητες που γίνονται αποπνικτικές για το Ευρώ. Παράλληλα στην τεχνική ανάλυση αναμέναμε αντιστροφή από το κλείσιμο του 2015 αλλά περιμέναμε μια επιβεβαίωση στο επίπεδο των 11600 μονάδων το οποίο τελικά επιτεύχθηκε.

Μέσα στο 2016 θα φανούν ποιο ξεκάθαρα οι κίνδυνοι για μια πιθανή κατάρρευση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η αρχιτεκτονική του Ευρώ δείχνει να μην είναι πλέον βιώσιμη. Σε αυτή την περίπτωση ένα εντελώς νέο νομισματικό σύστημα θα δημιουργηθεί εντός της διετίας.

Ένας από τους κινδύνους στη βάση του Ευρώ έρχεται να δημοσιοποιηθεί από τα πιο επίσημα χείλη.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες διατρέχουν κίνδυνο ενός «μεγάλου σοκ» στην κερδοφορία τους, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού «κόκκινων» δανείων και του υψηλού λειτουργικού κόστους, προειδοποίησε σήμερα Τρίτη ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Πίτερ Πράετ.

Μιλώντας σε συνέδριο στις Βρυξέλλες, ο κ. Πράετ σημείωσε μάλιστα ότι οι μη δοκιμασμένοι νέοι κανόνες για την εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών, που επιβάλλουν ζημίες σε ομολογιούχους, μετόχους και μεγαλοκαταθέτες, είναι η μεγαλύτερη πηγή αβεβαιότητας όσον αφορά τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού κλάδου.

Ο τραπεζικός κλάδος ανησυχεί ότι το νέο πλαίσιο, που έχει στόχο την προστασία των ευρωπαίων φορολογούμενων από νέες, ακριβές διασώσεις τραπεζών, θα μειώσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και θα χτυπήσει την υγεία του τραπεζικού συστήματος.

Ο κ. Πράετ, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωτράπεζας, τόνισε ότι «κλειδί» για την αντιμετώπιση των προκλήσεων είναι η ολοκλήρωση της τραπεζικής ενοποίησης στη νομισματική ένωση και η δημιουργία πραγματικά πανευρωπαϊκών τραπεζών, με λιγότερες εθνικές συνδέσεις.

Η τεχνική ανάλυση δίνει ανησυχητικά σήματα καθώς η δυνατότητα επιβίωσης του ευρώ δείχνει να έχει περάσει πλέον το σημείο χωρίς επιστροφή. Ένα ημερήσιο κλείσιμο του ευρώ σε έμπρακτη συναλλαγή κάτω από τις 11.215 θα προειδοποιεί ότι η υψηλή του Μαΐου θα μπορούσε να είναι το σημείο που σηματοδοτεί το τέλος της αντίδρασης από το χαμηλό του Μάρτη 2015. Ένα μηνιαίο κλείσιμο κάτω από το επίπεδο των 10520 θα σηματοδοτήσει ότι η κατάρρευση είναι σε εξέλιξη.

Μισές αλήθειες στη διαμάχη Ντράγκι-Σόϊμπλε για τα αρνητικά επιτόκια

Μετά τις σφοδρές επιθέσεις του Σόϊμπλε και των δορυφόρων του για την πολιτική οικονομικής χαλάρωσης που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο πρόεδρός της Μάριο Ντράγκι απάντησε προχθές με ομιλία του σε συνέδριο στη Φραγκφούρτη. Αλλά τόσο ο ένας όσο κυρίως ο δεύτερος που είχε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση απέφυγε να εστιάσει στο πραγματικό πρόβλημα.

Όπως ανέφερε ο Μάριο Ντράγκι η νομισματική χαλάρωση είναι το σύμπτωμα και όχι η αιτία της κρίσης. Είναι σαφές ότι υπερασπίζεται την άποψη ότι τα αρνητικά επιτόκια είναι ένα εργαλείο για την αντιμετώπιση της κρίσης αλλά είναι εξίσου σαφές ότι η χρήση εργαλείων συνοδεύεται από προϋποθέσεις που εάν δεν συντρέξουν, το εργαλείο καθίσταται εξίσου αναποτελεσματικό.

Για παράδειγμα, προκειμένου να στηρίξει την άποψή του, ανέφερε ότι η Κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας χρησιμοποιεί τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το ίδιο χρησιμοποίησε η FED στις ΗΠΑ από το 2008 έως το τέλος του 2015 και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι κοντά στο μηδέν για 7 χρόνια. Ωστόσο το εύλογο ερώτημα είναι γιατί η Ιαπωνία εξακολουθεί να βρίσκεται βυθισμένη σε διαρκή ύφεση και η ανάκαμψη των Ηνωμένων Πολιτειών να είναι τόσο ασθενική μέχρι στιγμής, παρά το γεγονός ότι η πολιτική αρνητικών επιτοκίων συνοδεύτηκε από το φαινόμενο «Helicopter Money» έβρεχε δηλαδή χρήματα που αφειδώς έκοβε η FED την εποχή Μπεν Μπερνάνκε.

Ο Μ. Ντράγκι ανέφερε επίσης ότι το 18% της παγκόσμιας οικονομίας, βάσει ΑΕΠ, λειτουργεί σε περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων και εάν υπολογιστούν τα κράτη με επιτόκια από 0% έως 1% τότε καλύπτει το 40% της παγκόσμιας οικονομίας. Ωστόσο αδυνατεί να εξηγήσει γιατί η κρίση εξακολουθεί να έχει παγκόσμια χαρακτηριστικά και οι προβλέψεις ανάκαμψης είναι αναιμικές (τόσο ο ΟΟΣΑ όσο και το ΔΝΤ αναθεωρούν διαρκώς προς τα κάτω τις προβλέψεις τους), ακόμη και όταν επιχειρεί μια ανάλυση στις αποδόσεις των επενδύσεων. Αρκείται σε μια γενική ευχή για μία καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στην αποταμίευση και την επένδυση που θα προέλθει από την υλοποίηση των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Η αλήθεια είναι ότι τα σχεδόν μηδενικά και τα αρνητικά επιτόκια πλήττουν τις αποταμιεύσεις, τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία, τις τράπεζες, τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και κυρίως το επιχειρηματικό μοντέλο ανάπτυξης. Στον αντίποδα βρίσκεται εξίσου αρνητικά και η εκμετάλλευση της κρίσης για επιδίωξη εθνικών στόχων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι η Γερμανία βρίσκεται στην κορυφή της ανισορροπίας του Ευρωπαϊκού μοντέλου καθώς η Ε.Ε. έχει καταφέρει να επιτύχει σήμερα πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών λίγο πάνω από το 3% του ΑΕΠ αλλά η Γερμανία απολαμβάνει πλεόνασμα 5% για μια δεκαετία τώρα. Τα επιτόκια δανεισμού της Γερμανίας είναι μηδενικά και ενίοτε αρνητικά με διαφορά τουλάχιστον 2,5% από τον μέσο Ευρωπαϊκό δανεισμό ομολόγων. Οι Γερμανικές τράπεζες γεμίζουν με τις αποταμιεύσεις των χωρών του Νότου ως «ασφαλέστερες» κατά την περίοδο της κρίσης χρέους.

Δημοφιλέστερα Άρθρα